Οδοιπορικό break - Αμοργός (π. ουάν - "Ερωτήσεις")
Το προχωρημένο μεσημέρι της δεκάτης-τετάρτης Αυγούστου με βρίσκει στην πιο νότια παραλία της Αμοργού, ολομόναχο στο τραπέζι αυτού του μπιτς μπαρ, να κάνω τράκα καμήλες από τη διπλανή οικογένεια και να προσπαθώ να καταλάβω τι γίνεται πραγματικά πίσω απ’ τα μάτια μου, όταν έχουν κολλήσει πάνω σε ένα αντικείμενο και το κοιτούν χωρίς να το βλέπουν.
Όσο σκέφτομαι κάτι τέτοια οι απορίες βαθαίνουν, απ’ το κλασσικό καρτεσιανό: “υπάρχει ο κόσμος όταν κλείνω τα μάτια;”, ως το: “θα υπάρχω εγώ αν κλείσουν τα μάτια ταυτόχρονα όλοι οι άλλοι;”, μετά πάω στο: “αλλάζει η κινησιολογία μου όταν με παρατηρούν;” και μετά πάω στα εντελώς απλά και συγκεκριμένα: “τι να είναι αυτό που με κάνει να θέλω να ανέβω όλες τις ανηφόρες με τρίτη;” ή “γιατί το βραχιολάκι στον ένα αστράγαλο μ’ αρέσει τόσο περισσότερο από το βραχιολάκι και στους δύο;”.
Ύστερα παίρνω ανάσα και ξαναβουτάω στα βαθειά ψυχολογικά: “Πότε ακριβώς σταμάτησα να είμαι παιδί; Έχω συγκεκριμένη ημερομηνία; Σταμάτησα ή αποσυνδέθηκα απ’ το παιδί που είναι ακόμα μέσα μου, το οποίο συνεχίζει να υπάρχει αυτόνομα και απορεί για το που πήγα;”
Οι ερωτήσεις είναι καταιγιστικές, ασύνδετες και έρχονται σε κύματα: “Πώς και έχει γίνει μόδα το πίρσιν στον αφαλό τα τελευταία 2 χρόνια; Μήπως συμπέφτει με τα έρποντζ;”, “Μήπως το έδειξε η τηλεόραση, όπως είχε γίνει με το Είσαι το ταίρι μου και τα Ιγκουάνα;”. “Ποιός μαλάκας πετάει ντρόουν από πάνω μας;”. “Μας αρέσει όντως ο καφές τόσο πολύ; όλη αυτή η ουρά θέλει όντως να πιεί καφέ ή νιώθει ότι πρέπει να πίνει κάτι για να απασχολείται;”. “Γιατί συντριπτικά μόνο ελληνίδες έχουν φτιαγμένα νύχια; πριν 7-8 χρόνια δεν έπαιζε τόσο αυτό. Τότε δεν είχαμε και νουδου όμως, λες να σχετίζεται ή είναι τραβηγμένο;”. “Μήπως αυτό που πραγματικά θέλουμε είναι να φασωθούμε όλοι με όλους σε αυτήν την παραλία ή είναι στο μυαλό μου επειδή έχω διαβάσει Μπορίς Βιάν από πολύ μικρός;”. “Κι αν αυτό όντως θέλουμε, μπορώ πραγματικά να προσδιορίσω γιατί δεν το κάνουμε;”. “Λές να πίνουμε καφέδες και ποτά για να το ξεχάσουμε και τα πάμε τόσο καλά που το ξεχάσαμε;”. “Έχουμε ποτέ ελπίδα να βρούμε την Αλήθεια, αν δεν υπάρχει συνάρτηση που της δίνεις υποθέσεις και αποφαίνεται για την αληθότητά τους;”. “Μήπως Αλήθεια είναι αυτή η ίδια η συνάρτηση;”. “Να την προσέγγιζα με κάνα πολυώνυμο;”. “Να τέλειωνα τη σχολή κάποτε;”.
“Κατουριέμαι πολύ ώρα και τώρα το κατάλαβα ή τώρα ξεκίνησα να κατουριέμαι;”. “Μήπως αυτά τα δύο είναι το ίδιο πράγμα;”. “Δηλαδή αν ήμουν ζώο το ότι κατουριέμαι δε θα πέρναγε απ’το νοητικό μου και απλά θα τα άφηνα στην πλαστική καρέκλα, έτσι όπως αράζω;”. “Στα σκυλιά πρώτα τους έρχεται και μετά ψάχνουν κολόνα να κατουρήσουν ή πρώτα βρίσκουν την κολόνα και μετά λένε ας την κατουρήσω με ότι έχω τώρα γιατί μπορεί να μη βρω άλλη;”.
“Υπάρχει έστω ένας στην παραλία που να μην έχει τατού;”. “Να είναι όπως ήταν το τσιγάρο και το κάψιμο στη γάμπα από εξάτμιση μηχανής στην εποχή των γονιών μου; - σύμβολο χειραφέτησης”. “Έχασα το τσαντάκι μου; μα καλά, πως μου ‘ρθε και το ‘βαλα εκεί;”. “Αυτή μόλις είπε: Τέλος καλό - όλα καλά για το δυστύχημα με το τραίνο στα Τέμπη;”.
“Που έχουν πάει όλα τα σπίντο;”. “Τα πήρε ο Σημίτης μαζί του φεύγοντας;”. “Δεν τα πουλούσαν σε ευρώ;”. “Μήπως διαγράφουν τα παπάρια και η αιώνια ανασφάλεια του ανδρικού φύλου τα εξαφάνισε;”. “Πριν τα θάουζαντς δεν ήμαστε ανασφαλείς σαν φύλο;”. “Να πάω στη Γραμβούσα;”. “Τελικά γιατι ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Ο ΓΥΜΝΙΣΜΟΣ στην Αγ. Άννα;”. “Φορούσε δηλαδή μαγιό η Αγ. Άννα;”.
“Να μ’ αγαπάει κανείς γι’ αυτό που είμαι κι όχι γι’ αυτό που βλέπει πως είμαι ή που θα μπορούσα να είμαι;”. “Εγώ ξέρω ποιός είμαι;”. “Εγώ μ’ αγαπάω;”. “Εννοούμε το ίδιο πράγμα οι άνθρωποι όταν λέμε σ’ αγαπώ;”. “Σήμερα είν’ τα πεφταστέρια ή χθες;”. “Με πειράζει που κάνω διακοπές μόνος μου;”. “Μήπως με πείθω πως θα έπρεπε να με πειράζει;”. “Περνάω ωραία;”. “Μήπως βιώνω τη ζωή μου σαν ταινία και πρωταγωνιστώ αντί να ζω;”. “Μήπως αυτή είναι η σκηνή αυτής της ταινίας στην οποία γράφω στην παραλία;”.
“Που θα πάει αυτός; Στη Σουηδία;”. “Για μεταπτυχιακό;”. “Τι λέει, δε θέλει τις Σουηδέζες γιατί είναι κρύες;”. “Δηλαδή αν έρθει η Σουηδέζα θα της πει No;”. “Πως να είναι το όχι στα Σουηδικά;”. “Λές να του χρειαστεί αυτουνού;”. “Γιατί έχει τόσα προφυλακτικά μέσα η τσάντα μου;”. “‘Ημουν υπερβολικά αισιόδοξος ή τα ξεχασα από κάνα άλλο ταξίδι που ήμουν πάλι υπερβολικά αισιόδοξος;”. “Λες να παντρευτώ ποτέ;”. “Λές να νιώσω ποτέ σίγουρος για κάτι τέτοιο;”. “Ξέχασα το πανί μου στην Αιγιάλη;”. “Ψήνομαι να συναναστραφώ οποιονδήποτε σήμερα πέρα απ’ αυτούς που μου δίνουν τα καμελάκια;”.
“Τι είν’ αυτά τα σπιθουράκια που έβγαλα;”. “Λές να πεθάνω;”. “Πως θα πεθάνω;”.
“Πόση ώρα κοιτάζω αυτό το καλαμάκι να χορεύει απ’τον αέρα στο άδειο πλαστικό ποτήρι;”. “Καλά, τι ώρα να είναι;”.
“Τι φάση, που πήγε ο ήλιος;”